- αλιγάτορας
- Φολιδωτό ερπετό της τάξης των κροκοδειλίων. Διαφέρει από τους κροκόδειλους, γιατί το σώμα του είναι σχετικά κοντό και το κεφάλι του στρογγυλωπό. Τα δόντια του είναι κωνικά, χωρίς φατνία και πολύ κοντά το ένα με το άλλο. Τα δάχτυλά του, προπάντων των πίσω άκρων, έχουν μεταξύ τους μεμβράνες χρήσιμες για την κίνησή του μέσα στο νερό. Ο α. ζει κατά μήκος των ποταμών, είναι επιδέξιος κολυμβητής και κυνηγά υδρόβια ζώα, βγάζοντας στην επιφάνεια μόνο το πάνω μέρος του κεφαλιού του για να μπορεί να αναπνέει. Είναι ζώο αδηφάγο και τρώει ακόμα και χερσόβια ζώα που βρίσκονται στις όχθες των ποταμών· τα πλησιάζει αθόρυβα και τα αρπάζει αιφνιδιαστικά.
To γένος αλιγάτωρ, που θεωρείται τώρα συνδετικός κρίκος μεταξύ των σημερινών ζώων και εκείνων που έζησαν σε παλαιότερες εποχές, έχει μόνο δύο είδη: ένα μήκους λίγο μικρότερου από 2 μ. που ζει στην Κίνα, ειδικότερα στον Κίτρινο ποταμό, και ένα άλλο δυο φορές μεγαλύτερο σε μήκος, που ζει κυρίως στον Μισισιπή και στους παραποτάμους του· ο αμερικανικός α. λέγεται και καϊμάν από το όνομα που οι ιθαγενείς δίνουν σε όλους τους κροκόδειλους.
Το εντατικό κυνήγι του ερπετού αυτού για το περιζήτητο δέρμα του και για τα δόντια του το απειλεί με εξαφάνιση· γι’ αυτό έχουν ιδρυθεί εκτροφεία με σκοπό να αυξηθεί ο αριθμός τους.
Ο αμερικανικός αλιγάτορας ζει κυρίως στις λεκάνες του Μισισιπή και του Ρίο Γκράντε (φωτ. Igda).
Dictionary of Greek. 2013.